από την Ιωάννα Κ., Κλινικό Ψυχολόγο, Παιδοψυχολόγο
Οι πρώτες μελέτες γύρω από τις αλληλεπιδράσεις και την κοινωνική συμπεριφορά των βρεφών ανατρέχουν στη δεκαετία του ’70. Όλες οι μητέρες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι το μωρό τους δεν είναι ένα πλάσμα-φυτό, ανίκανο να τις καταλάβει και να αντιδράσει στα ερεθίσματά τους. ‘Όχι μόνο το έμβρυο, έπειτα το νεογέννητο και μετά το βρέφος βιώνει τις αισθήσεις και τις διατηρεί σε ”μνήμη”, αλλά, επιπλέον, υπάρχει από πολύ νωρίς μια αλληλεπίδραση μεταξύ του παιδιού και της μητέρας του.
Από τις πρώτες ημέρες της ζωής του, το νεογέννητο είναι σε θέση να απαντήσει και να επικοινωνήσει με τη μητέρα και τον πατέρα του. Οι πέντε αισθήσεις του, του δίνουν τη δυνατότητα να δοκιμάσει μια ποικιλία αισθήσεων και να χρησιμοποιήσει διαφορετικές επικοινωνιακές δομές. Οι κοινωνικές και συναισθηματικές σχέσεις του βρέφους κατέχουν κεντρική θέση στα πρώτα στάδια της ανάπτυξης του. Από τη γέννηση, το νεογέννητο εμφανίζει μια “νοητική κατάσταση” και συγκεκριμένες αντιδράσεις. Αυτό το σύνολο των έμφυτων τάσεων καθιστούν την “ιδιοσυγκρασία” του νεογέννητου: μερικά μωρά κλαίνε πολύ και φαίνονται αναστατωμένα, άλλα, αντίθετα, είναι πιο ήσυχα και παραμένουν σιωπηλά, κρατώντας τα μάτια τους ανοιχτά.
Ορισμένες έρευνες (όπως αυτές του Bowlby) επικεντρώνονται στην εξέλιξη της προσκόλλησης της μητέρα στο παιδί της. Το 1970, οι Robson και Moss έδειξαν ότι οιπρώτες μέρες της ζωής του παιδιού χαρακτηρίζονται για την μητέρα από μια ατμόσφαιρα μελαγχολίας και συναισθηματικής ουδετερότητας από την οποία θα προκύψει σταδιακά το αίσθημα της προσκόλλησης με την βοήθεια της οπτικής επαφής. Το μητρικό ένστικτο δεν εμφανίζεται αμέσως κατά τη γέννηση. Η Ιρέν Lézine έδειξε, επίσης, ότι κατά τις πρώτες ημέρες μετά τη γέννηση, η μητέρα βιώνει μια κατάσταση κόπωσης και ανησυχεί κυρίως για τη σωματική ασφάλεια του μωρού. Ανακουφίζεται όταν αισθάνεται ότι το μωρό της είναι σε καλά χέρια μαιευτικού και ιατρικού προσωπικού. Την τέταρτη ημέρα της ζωής του νεογνού, η μητέρα αρχίζει να προσωποποιεί τη σχέση της μαζί του και αυτό συνοδεύεται από μια αλλαγή στο χειρισμό του, στον τρόπο που το πιάνει και του απευθύνεται προφορικά.
Άλλοι συγγραφείς δείχνουν πώς η συμπεριφορά της μητέρας καθοδηγεί την ανάπτυξη της προσωπικότητας του παιδιού μέσα από μηχανισμούς αλληλεπίδρασης που είναι προσωπικοί και αποκλειστικοί. Οι μηχανισμοί αυτοί ορίζονται σε σχέση με την ικανότητα της μητέρας να καλύψει και να ανταποκριθεί στις ανάγκες του παιδιού της με ευελιξία και εμπιστοσύνη. Σύμφωνα με την Ιρέν Lézine, μητέρα και μωρό προσαρμόζονται σταδιακά ο ένας στον άλλο.
Οι αλληλεπιδράσεις εξαρτώνται επίσης από τις πρακτικές που ασκούνται στα μαιευτήρια που γεννιέται το κάθε βρέφος. Στα παραδοσιακά μαιευτήρια, οι συνθήκες υποδοχής δεν επιτρέπουν στη δυάδα μητέρα-παιδί να συμπεριφερθούν ελεύθερα. Οι τεχνικές πρακτικές γύρω από τη γέννηση δεν ενθαρρύνουν μητέρα και παιδί να επικοινωνήσουν, να αλληλεπιδράσουν. Είναι σίγουρα απαραίτητες στην περίπτωση των πάσχων νεογνών, αλλά πολλές από αυτές εφαρμόζονται ως ρουτίνα και εμποδίζουν την ανάπτυξη της καλής ποιότητας γύρω από την περιγεννητική σύνδεση μητέρας-βρέφους.
LEAVE A COMMENT