“-Τι θα θέλατε για το παιδί σας για τη σχολική χρονιά που έρχεται; Ποιες περιμένετε να είναι οι κατακτήσεις της;”
Αυτά ήταν τα λόγια της δασκάλας της κόρης μου που με έβαλαν σε σκέψεις. Και σχεδόν την ίδια στιγμή, η απάντηση μου ήρθε σχεδόν αυθόρμητα, χωρίς να το επεξεργαστώ. “Θέλω να παραμείνει παιδί.” Η δασκάλα αιφνιδιάστηκε και μαζί άρχισε να μ΄ενθαρρύνει να συνεχίσω τις σκέψεις μου. Με ρώτησε πώς το εννοούσα. Ήθελε να βεβαιωθεί ότι εννοούσαμε το ίδιο.
Και πάλι οι λέξεις άρχισαν να βγαίνουν σχεδόν από μόνες τους. “Θα ήθελα να μην θυμίζει η μέρα της ατζέντα εργαζόμενης σε πολυεθνική. Θα ήθελα να μην λαχανιάζει για να προλάβει την επόμενη υποχρέωσή της. Να μην χρειάζεται από τώρα καθημερινά να σβήνει tasks από μία λίστα. Είναι 8 χρονών…” και όσο μιλούσα τόσο σχηματιζόταν στο μυαλό μου πιο ξεκάθαρη η εικόνα για το πως θα ήθελα να εξελιχθεί αυτή η σχολική χρονιά. Και οι επόμενες.
Εξήγησα στη δασκάλα πόσο ψηλά αξιολογούσα τη θέση του παιχνιδιού στη ζωή του παιδιού μου. Του ελεύθερου χρόνου που από μόνος του μπορεί να επινοήσει. Να δώσει αφορμές για δημιουργικότητα. Χωρίς κανόνες και δομή. Και όχι, αυτός ο χρόνος δεν είναι χαμένος. Είναι οι στιγμές που αφομοιώνονται οι καινούριες γνώσεις, είναι ευκαιρία για εσωτερική ζωή, για να “χωνέψει” το παιδί τα καινούρια ερεθίσματα, να δημιουργήσει νέες απορίες, να του γεννηθεί περιέργεια, χώρος για καινούριες ανακαλύψεις.
Πιστεύω στην αυτονομία του παιδιού, στην επιβράβευση στα παιδιά, στην ανάγκη του να ξαναπλάθει από την αρχή τη μέρα του μέσω του παιχνιδιού, να της δίνει καινούρια τροπή, να την αναλύει και να την επεξεργάζεται από την αρχή για να την κάνει πιο δική του. Αλλά και στην ανάγκη του παιδιού να μοιραστεί, να ζήσει την κοινωνικότητά του. Τις χαρές τις επικοινωνίας, τους θησαυρούς της φιλικής σχέσης. Ένα playdate είναι για εξίσου σημαντικό με μια εξωσχολική δραστηριότητα. Καμιά φορά, σημαντικότερο. Λειτουργεί σαν κίνητρο για το παιδί να είναι παραγωγικό με τα μαθήματά του γιατί ξέρει ότι το περιμένει παιχνίδι, έκφραση, επικοινωνία, ουσιαστική αλληλεπίδραση.
Συχνά, οι γονείς χάνουμε τον προσανατολισμό μας. Φυσικά, από καλή πρόθεση. Από την ανάγκη να εφοδιάσουμε τα παιδιά μας με όλες εκείνες τις δεξιότητες που θα τους χρειαστούν στην ενήλικη ζωή τους. Μήπως όμως με το να τα αναγκάζουμε να ζουν νωρίτερα μια γεύση αυτών των “ενήλικων” υποχρεώσεων τους στερούμε το πιο πολύτιμο αγαθό, κάτι που μετά κανείς δεν μπορεί να τους το επιστρέψει: την παιδική τους ηλικία;
“Αυτό θα ήθελα. Χώρο για παιχνίδι και έκφραση. Χρόνο για συναισθήματα και εξερευνήσεις. Για αγκαλιές και συζητήσεις χωρίς ατζέντα… Γίνεται;”, ρώτησα σαν παιδί;
Ακολούθησε μια μικρή σιωπή. Προσπαθούσα να δω τι κρύβει το σκεφτικό πρόσωπο της δασκάλας. “Ωραία. Θα κάνω ότι περνάει από το χέρι μου για να ενθαρρύνω την κόρη σας να κατακτήσει την παιδική της ηλικία… Είμαστε μαζί σ’ αυτό”, απάντησε.
Δεν ήξερα με τι να πρωτοχαρώ. Με τον εαυτό μου που κατάφερε να αρθρώσει αυτά που είχε μέσα του τόσο καιρό αλλά δεν είχε καταφέρει να εκφράσει με λόγια, να τα βάλει σε λέξεις, να πάρουν μορφή, να γίνουν αίτημα; Με τη δασκάλα που χάρη στην ερώτησή της έγινε η αφορμή να απελευθερωθούν όλες αυτές οι σκέψεις από μέσα μου και μάλιστα να της επικροτήσει; Όχι, ψέματα, ήξερα με τι να χαρώ. Που αποφάσισα να δώσω προτεραιότητα σε αυτά που αληθινά μετράνε. Όχι σε βαθμούς, μετρήσεις, επιδόσεις, πρωτιές. Αλλά στην πρωτιά του συναισθήματος και της αυτοέκφρασης. Στο μεγαλείο της παιδικής ηλικίας.